ΟΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΤΩΝ ΒΛΑΧΩΝ
Δ. ΟΙ AΡΒΑΝΙΤΟΒΛΑΧΟΙ
1. Γενικά

Αρβανιτόβλαχες - Κεστρινιώτισσες, Ήπειρος 1931. Μουσείο ΜπενάκηΉδη από το 1856 ο Π. Αραβαντινός χαρακτηρίζει τους Αρβανιτόβλαχους ως έναν ιδιαίτερο κλάδο των Βλάχων. Είναι γενικότερα παραδεκτό ότι οι Αρβανιτοβλαχοι, βάσει πολλών και ιδιαίτερων πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους, διαφοροποιούνται μέχρι ένα βαθμό από τους υπόλοιπους Βλάχους. Το φαινόμενο όμως της πολυωνυμίας, που χαρακτηρίζει γενικότερα τους Βλάχους, επεκτείνεται και στους Αρβανιτόβλαχους. Τους έχουν δοθεί και έχουν υιοθετήσει και ίδιοι διάφορα ονόματα. Είναι δυνατό να τους συναντήσουμε και με τα ονόματα Καραγκούνοι, Καραγκούνηδες ή Γκαραγκούνοι και Φρασαριώτες ή Φαρσαριώτες. Ωστόσο ο αυτοπροσδιοριστικός όρος που χρησιμοποιούν στην ίδια τους τη γλώσσα είναι Ρμένοι ή Ρεμένοι, με χαρακτηριστική πολλές φορές εκφορά του αρχικού «ρο». Το όνομα αυτό είναι σίγουρο πως ταυτίζεται με το όνομα Αρμούνοι-Αρωμούνοι, που χρησιμοποιεί το μεγαλύτερο μέρος των υπόλοιπων Βλάχων για να αυτοπροσδιοριστούν.

Το πιο πιθανό είναι πως τους ονόμασαν Αρβανιτόβλαχους, για να τους διαχωρίσουν από τους υπόλοιπους Βλάχους. Ο Κ. Κρυστάλλης σημειώνει πως το όνομα Αρβανιτοβλαχοι τους δόθηκε από τους ελληνόφωνους Ηπειρώτες, λόγω των στενών τους σχέσεων με αλβανόφωνους πληθυσμούς. Οι στενές αυτές σχέσεις φαίνεται ότι δημιουργήθηκαν καθώς η πλειοψηφία των προγόνων των Αρβανιτόβλαχων είχε άλλοτε βρεθεί να κατοικεί σε νομαδοκτηνοτροφικές κυρίως εγκαταστάσεις, αλλά και σε σταθερούς οικισμούς, οι οποίοι βρίσκονταν ανάμεσα σε πολυπληθέστερους αλβανόφωνους πληθυσμούς.356 Θα πρέπει βέβαια να διευκρινιστεί πως όλοι οι Βλάχοι που ζούσαν, αλλά και ζουν στο γεωγραφικό χώρο της σημερινής Αλβανίας δεν είναι απαραίτητα Αρβανιτόβλαχοι. Ύστερα μάλιστα από τις συνεχείς μετατοπίσεις και αναμίξεις των διάφορων βλάχικων πληθυσμιακών ομάδων και ιδιαίτερα μετά το 1769 είναι πολύ δύσκολο να αναφερόμαστε με ακρίβεια σε κάποιον απόλυτο γεωγραφικό διαχωρισμό των Αρβανιτόβλαχων από τους υπόλοιπους Βλάχους και πολύ περισσότερο στην Αλβανία.

Από την άλλη μεριά μπορεί κανείς να συναντήσει ανθρώπους αρβανιτοβλάχικης καταγωγής πολύ πέρα από τα σύνορα της Αλβανίας και της Ηπείρου, όπως στη Στερεά Ελλάδα - Ρούμελη, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, αλλά και την π.Γ.Δ.Μ.. Ένας αριθμός Αρβανιτόβλαχων μετακινήθηκε προς τη Ρουμανία, κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, κυρίως από την Κεντρική Μακεδονία, αλλά και από την περιοχή της Κορυτσάς στην Αλβανία. Θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε πως στον ελληνικό χώρο οι άνθρωποι που ανήκουν σε αυτό τον ιδιαίτερο κλάδο των Βλάχων δε δέχονται αβασάνιστα το χαρακτηρισμό Αρβανιτόβλαχοι, ο οποίος τους συνδέει με τους Αλβανούς, καθώς μάλιστα οι ίδιοι τους δεν αισθάνονται να είναι κάτι πολύ διαφορετικό από τους υπόλοιπους Βλάχους. Για αυτό το λόγο, πολλές φορές, αλλάζουν την εκφορά του ονόματος σε Αρβαντόβλαχοι και όχι Αρβανιτόβλαχοι.

Το όνομα Καραγκούνοι ή Γκαραγκούνοι τους είχε δοθεί με κάποια σκωπτική και ίσως περιγραφική διάθεση. Ο Κ. Κρυστάλλης και πάλι σημειώνει πως το όνομα αυτό πρέπει να τους δόθηκε μετά την οθωμανική κατάκτηση. Καθώς είναι σίγουρο πως είναι σύνθετο όνομα και, κατά πάσα πιθανότητα, προέρχεται από την τουρκική λέξη «καρά», που σημαίνει «μαύρος» και κατ’ επέκταση «ισχυρός», και την αλβανική λέξη «γκούν», που σημαίνει «σιγκούνι» και κατ’ επέκταση «ένδυμα». Έτσι, σε κάποια ελεύθερη απόδοση θα μπορούσε να δηλώνει τους «μαυροφορεμένους» ή «μαυρο-σιγκούνηδες». Στη συνέχεια αναφέρει πως το όνομα αυτό θα πρέπει να τους δόθηκε από τους αλβανόφωνους γείτονές τους, οι οποίοι συνήθιζαν να φορούν λευκά ενδύματα. Θεωρεί δε σίγουρο πως δεν ονομάστηκαν μαυροσιγκούνηδες προς διάκριση από τους άλλους Βλάχους. Και αυτό γιατί, μπορεί μεν οι άλλοι νομαδοκτηνοτρόφοι Βλάχοι να φορούσαν λευκά, ωστόσο η τάξη των εμποροβιοτεχνών Βλάχων φορούσε σκούρα, μαύρα ενδύματα.357 Βέβαια έχουν εκφραστεί και άλλες απόψεις για το τι σημαίνει και από πού πηγάζει αυτή η προσωνυμία, όπως η άποψη του Α. Ρίζου, ο οποίος θεωρεί πως ο όρος Καραγκούνης έχει αποκλειστικά τουρκική ρίζα και στα ελληνικά θα μπορούσε να αποδοθεί ως «κακομοίρης - κακορίζικος». Ίσως η εικόνα που παρουσίαζαν αυτοί οι φτωχοί και περιπλανώμενοι νομαδοκτηνοτρόφοι στα μάτια των Τούρκων κυρίαρχων να στάθηκε η αιτία για την απόδοση αυτής της προσωνυμίας.358 Το πλέον σίγουρο είναι πως οι Αρβανιτόβλαχοι δεν ταυτίζονται και ούτε σχετίζονται με την ομάδα των ελληνόφωνων και πρώην κολίγων κατοίκων των χωριών της πεδινής δυτικής Θεσσαλίας και κυρίως της περιοχής ανάμεσα στην Καρδίτσα και τα Τρίκαλα, οι οποίοι είναι επίσης γνωστοί με την προσωνυμία Καραγκούνοι.

Το όνομα Φρασαριώτες ή Φαρσαριώτες έχει τοπωνυμική προέλευση, καθώς οι περισσότεροι μελετητές το σχετίζουν με το χωριό Φράσαρη ή Φράσιαρη (Frashër), που βρίσκεται στην περιοχή του Νταγκλί, στη Βόρεια Ήπειρο-Νότια Αλβανία. Και αυτό γιατί οι Αρβανιτόβλαχοι ή ένα μέρος από αυτούς πιστεύεται πως κατάγονται από τη Φράσαρη και τη γύρω περιοχή του Νταγκλί. Σήμερα το χωριό αυτό υπάγεται στην επαρχία Πρεμετής και απέχει 36 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης της Πρεμετής. Τον τοπωνυμικό αυτό προσδιορισμό τον υιοθετούν και πολλοί από τους ίδιους τους Αρβανιτόβλαχους, δίχως ιδιαίτερο προβληματισμό. Ωστόσο υπάρχουν ομάδες Αρβανιτόβλαχων τόσο στην Αλβανία όσο και στην Ελλάδα, που δε δέχονται τον προσδιορισμό Φρασαριώτες, καθώς υιοθετούν για τις ομάδες τους άλλα ονόματα, τοπωνυμικής πολλές φορές προέλευσης. Τέτοια είναι τα ονόματα Κεστρινιώτες (από το χωριό Κοστρέτσι), Ζαρκανιώτες (από το χωριό Ζάρκανη), Κουρτισιάνοι (από το χωριό Κουρτέσι), Γκουμπλιάροι (από το χωριό Κομπλιάρα), Πλεασιώτες (από το χωριό Πλεάσα), Πολονάκοι,359 Κολωνιάτες (από την περιοχή Κολώνιας), Μουζακιαραίοι (από την περιοχή Μουζακιάς), Τσαμουρένοι (από την περιοχή Τσαμουριάς-Θεσπρωτίας) και Μιτσιντόνοι (από το χωριό Κεφαλόβρυσο-Μετζιτιέ Πωγωνίου).360 Σε κάποιους από τους Αρβανιτόβλαχους δίνεται το όνομα Ντότανοι με σκωπτική σημασία, λόγω της συχνής χρήσης της λέξης «ντοτ» που σημαίνει «δεν, δίχως, όχι». Ακόμη και στην Αλβανία οι Βλάχοι διατηρούν την πολυωνυμία τους και οι αλβανόφωνοι συντοπίτες τους ονομάζουν Vllah-Βλάχοι, Qoban- Τσομπάνοι ή Gog-Γκόγκοι, ακόμη και Λατσιφάτσοι, παραφράζοντας περιπαικτικά τη βλάχικη φράση «τσι φατς - τι κάνεις».361

356. Κ. Κρυστάλλης, «Οι Βλάχοι της Πίνδου», Άπαντα Β' Έκδοση, Αθήνα 1959, σελ. 406- 407.

357. Κρυστάλλης, ό.π., σελ.391-392.
358. Ρίζος, Αντώνης, «Αρβανίτες και Γκαραγκούνηδες τον 14° αιώνα». Τα Ιστορικά, Τόμος 15ος, Τεύχος 28-29, Ιούνιος-Δεκέμβριος 1998, σελ.231-239.
359. Μπάλλας, Νικόλαος, «Ιστορία του Κρουσόβου», Ε.Μ.Σ. 56, Θεσσαλονίκη 1962, σελ.20.
360. Capidan, Th., «Fărșeroții. Studiu linguistic asupra Romanilor din Albania», Dacoromania Vol.6, Bucuresti 1930, σελ.19.
361. Λαζάρου, Αχιλλέας Γ., «Καταγωγή και επίτομη ιστορία των Βλάχων της Αλβανίας», Επιτροπή Ενημέρωσης για τα Εθνικά θέματα, Σειρά Μελετημάτων Αυτοτελών και σε Ανάτυπα, Ιωάννινα 1994, σελ.5.