ΟΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΤΩΝ ΒΛΑΧΩΝ
Δ. ΟΙ AΡΒΑΝΙΤΟΒΛΑΧΟΙ
6. Οι Αρβανιτόβλαχοι στη Θεσσαλία

Αρβανιτόβλαχοι - Καραγκούνοι νομαδοκτηνοτρόφοι, όρος Καλλίδρομο - Ρούμελη 1874. (Belle H.)Για την εγκατάσταση Αρβανιτόβλαχων στη Θεσσαλία δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι πότε ξεκίνησε. Ίσως από τα τέλη του 18ου αιώνα και κατά την εποχή της κυριαρχίας του Αλή Πασά κάποια φαλκάρια να είχαν ήδη αναζητήσει χειμαδιά στα πεδινά της Θεσσαλίας, κατεβαίνοντας από τη Βόρεια Πίνδο, το Γράμμο ή και από τις περιοχές του Νταγκλί και της Κολόνιας. Η αναφορά του Pouqueville για κάποια ομάδα πιθανότατα Αρβανιτόβλαχων που μετακίνησε ο Αλή Πασάς από τα παράλια του Παγασητικού κόλπου στα παράλια των Αγίων Σαράντα, ίσως είναι μία ένδειξη για την παρουσία αυτών των αρβανιτοβλάχικων χειμαδιών στη Θεσσαλία. Είναι πολύ πιθανό οι Αρβανιτόβλαχοι να αντικατέστησαν, έστω και μερικά, τους Γραμμουστιάνους Βλάχους όχι μόνο στα ορεινά τους λιβάδια στο Γράμμο, αλλά και στα χειμαδιά, που κατά παράδοση είχαν στη νοτιοανατολική Θεσσαλία, κοντά στο Βόλο και τον Αλμυρό. Και αυτό γιατί παρατηρούμε πως ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα οι Αρβανιτόβλαχοι που είχαν δημιουργήσει τις θερινές εγκαταστάσεις στις πλαγιές του Μοράβα, πάνω από την Κορυτσά, όπως την Άνω Πλεάσα, κατέβαιναν για χειμαδιά κοντά στον Παγασητικό.

Στα 1878 με 1880 και μέσα στον απόηχο της επαναστατικής κίνησης που είχε αναπτυχθεί στα εδάφη της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της νότιας Μακεδονίας, 168 οικογένειες νομαδοκτηνοτρόφων Αρβανιτόβλαχων, που ίσως αριθμούσαν 800 με 1000 ψυχές, δημιούργησαν σταθερότερες εγκαταστάσεις στα χειμαδιά τους στον Αλμυρό και τη γύρω περιοχή. Οι 134 από αυτές τις οικογένειες ξεκαλοκαίριαζαν μέχρι τότε στην Πλεάσα, οι 18 στη Ντίσνιτσα και οι υπόλοιπες 8 στην Κορυτσά, τη Δάρδα, τη Σλίμνιτσα και τα Τσιφλίκια. Στα χρόνια που ακολούθησαν και κυρίως μετά το 1881, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της Θεσσαλίας ενσωματώθηκε στην Ελλάδα, ένα από τα αποτελέσματα ήταν να επηρεάστε σοβαρότατα η ζωή και η οικονομία σχεδόν όλων των νομάδων και ημινομάδων κτηνοτροφών, Βλάχων και μη, που βρέθηκαν να έχουν τα χειμαδιά τους στην ελληνική Θεσσαλία και τα ορεινά χωριά ή τους καλυβικούς οικισμούς τους στο οθωμανικό ακόμη έδαφος. Η οριστικοποίηση της εγκατάστασης των νομαδοκτηνοτρόφων Αρβανιτόβλαχων στα πεδινά της Μαγνησίας, μετά το 1881, ενισχύθηκε επίσης από το γεγονός πως πολλοί από αυτούς προχώρησαν σταδιακά στην αγορά κτημάτων από τους αποχωρούντες Τούρκους. Ωστόσο η αγορά κτημάτων στα πεδινά της νοτιοανατολικής Θεσσαλίας είχε ξεκινήσει αρκετά χρόνια πριν. Λίγο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, την περίοδο του Tanzimat, τέσσερις εύποροι Αρβανιτόβλαχοι τσελιγκάδες από τη Νιζόπολη κοντά στο Μοναστήρι είχαν αγοράσει το μισό κτήμα του χωριού Άγιος Γεώργιος δίπλα στο Βελεστίνο, προσπαθώντας να οργανώσουν σταθερότερα και αποκλειστικά χειμαδιά και έχοντας ως πιθανή επιθυμία την επένδυση των κεφαλαίων τους. Δίπλα σε αυτούς που ρίζωσαν τότε στα πεδινά, άλλες τουλάχιστον 50 συγγενικές τους οικογένειες συνέχιζαν μέχρι και μετά το 1912 να μετακινούν τα κοπάδια τους ανάμεσα στη Μαγνησία και τα θερινά λιβάδια του Μοράβα, του Γράμμου και του Βιτσίου, ενώ τα μέλη των οικογενειών τους περνούσαν τα καλοκαίρια στην Κορυτσά και σε χωριά όπως τη Δάρδα, τη Μπομποστίτσα, την Καμενίτσα, τη Μπόρια, το Γκιάντσι, το Πρόγρι, τα Τσιφλίκια και το Λέχοβο της Φλώρινας.433 Μέσα από αυτές τις εξελίξεις δημιουργήθηκαν οι σημερινές αρβανιτοβλάχικες εγκαταστάσεις στον Αλμυρό, τον Ανθότοπο (Κιολελέρι), τη Νεράιδα (Κελεμενί), το Νεοχωράκι (Ιντσέκ), τη Σούρπη, το Καστράκι, το Σέσκλο (Σέσου ή Σέσλι στα βλάχικα) και το Διμήνι της Μαγνησίας, αλλά και στο Καλαμάκι και το Καστρί της Αγιάς.434

Την ίδια περίοδο και λόγω των προβλημάτων που τους δημιουργούσε το πέρασμα των θεσσαλικών συνόρων και η φορολογία των τελωνείων, κάποιοι άλλοι Αρβανιτόβλαχοι αναζήτησαν τότε νέα χειμαδιά στο Βλαχογιάννι, στην περιοχή της Ελασσόνας, στο τμήμα δηλαδή της Θεσσαλίας που παρέμενε στους Τούρκους, αλλά και στα πεδινά της Πιερίας γύρω από την Κατερίνη. Οι παραχειμάζοντες στην περιοχή της Ελασσόνας δημιούργησαν σταδιακά τη μεγαλύτερη σήμερα αρβανιτοβλάχικη εγκατάσταση της Θεσσαλίας στο Αργυροπούλι, το παλιό Καρατζόλι, και άλλες εγκαταστάσεις στη γύρω περιοχή, όπως στη Ροδιά (Μουσαλάρ) και τα Δελέρια. Μετά το 1912 και μέχρι τα χρόνια του μεσοπολέμου τα μέλη αυτής της ομάδας δημιούργησαν νέους ορεινούς καλυβικούς οικισμούς δίπλα στα χωριά της περιοχής του Κάτω Ολύμπου, όπως τον καλυβικό οικισμό στη θέση Γκουνταμάνου κοντά στην Καλλιπεύκη. Ορισμένοι από αυτούς που προτίμησαν την οριστική παραμονή στο ελληνικό έδαφος μετά το 1881 και συνέχισαν το νομαδικό βίο αναγκάστηκαν να αναζητήσουν θερινά λιβάδια στα ορεινά της Θεσσαλίας και στράφηκαν κυρίως στο ελληνικό τότε τμήμα της Πίνδου. Τότε περίπου δημιουργήθηκε η αρβανιτοβλάχικη και αρχικά καλυβική εγκατάσταση στο χωριό Μαλακάσι της Καλαμπάκας, δίπλα στον προϋπάρχοντα βλάχικο οικισμό, και από εκεί βρίσκονται σήμερα σκορπισμένοι σε πεδινά χωριά των Τρικάλων και της Καλαμπάκας, όπως στη Νέα Ζωή Καλαμπάκας (Μπούρσιανη).435 Ανάλογη ήταν και η πορεία της ομάδας των Αρβανιτόβλαχων που έχουν εγκατασταθεί στη Φαρκαδώνα των Τρικάλων και οι οποίοι περνούσαν τα καλοκαίρια στο Ματσούκι του Βλαχοτζουμέρκου. Οι νέες τότε τοπικές ελληνικές αρχές στη Θεσσαλία φρόντισαν και για την εξουδετέρωση των διαφόρων εκτός νόμου ληστρικών ομάδων που λυμαίνονταν τις νέες επαρχίες και πολύ συχνά επέκτειναν τη δράση τους μέχρι την παλαιότερη ελληνική επικράτεια. Έτσι, αρκετοί εκτός νόμου Αρβανιτόβλαχοι, αλλά και Σαρακατσαναίοι, εγκατέλειψαν την ελληνική πια Θεσσαλία και πέρασαν στο οθωμανικό έδαφος. Μία τέτοια ομάδα Αρβανιτόβλαχων εγκαταστάθηκε τότε στην Τουρια-Κρανιά των Γρεβενών και στρατολογήθηκε στις ένοπλες τάξεις της ρουμανικής προπαγάνδας.

433. Αδάμου, Γ.Α., «Ξένες προπαγάνδες στην προξενική περιφέρεια Μοναστηριού», τόμος Β', Αριστοτέλης, τεύχος 245-246, Φλώρινα 1997, σελ.53-62.
434. Thompson & Wace, ό.π., σελ.208,213. Ζαχαρίου, Γιώργος, «Σελίδες από την ιστορία της Μαγνησίας», Βόλος 1994, σελ.177-183, 203-205, 294.
435. Παπασωτηρίου, I., «Επαρχία Καλαμπάκας», Τρικαλινά 1987, σελ. 199.