Για να γίνει καλύτερα κατανοητός ο πολιτισμικός χαρακτήρας των ημινομαδικών βλαχοχωριών των Γρεβενών θα ήταν σωστότερο να γίνει μία ιστορική αναδρομή και μία προσπάθεια εξήγησης για το πως οι Βλάχοι βρέθηκαν να ταυτίζονται τόσο στενά με τον κτηνοτροφικό νομαδισμό, με αποτέλεσμα ο όρος “βλάχος”, με το βήτα μικρό, να είναι ταυτόσημος του κτηνοτρόφου και μάλιστα του νομάδα, πολλές φορές ακόμη και για τους ίδιους τους Βλάχους, με το βήτα κεφαλαίο.
Τα ημινομαδικά βλαχοχώρια των Γρεβενών δεν ήταν φυσικά οι μόνοι βλάχικοι οικισμοί όπου αναπτύχθηκε η ημινομαδική κτηνοτροφία. Ωστόσο, σε αυτά τα τέσσερα χωριά πήρε την πιο γνωστή και ίσως την πιο ερευνημένη, αν όχι και τη μεγαλύτερη, διάστασή της.
Επιπλέον, η αναδρομή αυτή κρίνεται αναγκαία, αν αναλογιστούμε πως οι αποικίες και οι παροικίες που δημιούργησαν τα ημινομαδικά βλαχοχώρια των Γρεβενών στην Ανατολική, Κεντρική και Δυτική Μακεδονία ακολούθησαν το πρότυπο που είχε διαμορφωθεί ήδη σε αυτά.
Τα Μεγάλα Λιβάδια, μία από τις τελευταίες εξαιρεθείσες και εναπομείναντες κοινότητες της Ελλάδας, υπάγονται στην επαρχία Παιονίας του νομού Κιλκίς. Είναι κτισμένα πάνω στο κεντρικό οροπέδιο του δασωμένου Πάικου, σε ύψος 1.200 περίπου μέτρων και σε απόσταση 28 χιλιομέτρων δυτικά της Γουμένισσας. Τη χειμερινή περίοδο και η έδρα της κοινότητας μεταφέρεται στη γειτονική Αξιούπολη. Η ιστορία του χωριού μας μπορεί να μην είναι πολύ παλιά, όμως η ιστορία των κατοίκων του είναι ένα κεφάλαιο της ιστορίας των περήφανων Βλάχων της Ελλάδας.
Μέχρι τα γεγονότα της Κατοχής και του Εμφυλίου τα Μεγάλα Λιβάδια, μαζί με τον περιφερειακό οικισμό των Μικρών Λιβαδίων, ήταν μία από τις μεγαλύτερες και ακμαιότερες βλάχικες κοινότητες της Μακεδονίας.
Οι ρίζες των περισσότερων από τους οικιστές των δύο χωριών βρίσκονται στη Γράμμουστα του νομού Καστοριάς, ένα από τα παλαιότερα και σχεδόν μυθικά μητροπολιτικά βλαχοχώρια κατά μήκος της ραχοκοκαλιάς της Πίνδου.
Πολλά έχουν γραφτεί γύρω από την ονοματολογία των Βλάχων και είναι μάλλον αναγκαίο να γίνει μία προσπάθεια παρουσίασης των διάφορων ονομάτων με τα οποία είναι γνωστοί οι Βλάχοι. Θα πρέπει να εξετάσουμε τόσο τους αυτοπροσδιοριστικούς όρους και τους ενδοφυλετικούς όρους διάκρισης που χρησιμοποιούν οι ίδιοι οι Βλάχοι, όσο και τους όρους που χρησιμοποιούν για να τους προσδιορίσουν οι αλλόγλωσσοι και γειτονικοί προς αυτούς πληθυσμοί.
Όπως επίσης και τους νεολογικούς όρους που δημιούργησαν οι διάφοροι κατά καιρούς επιστήμονες και ερευνητές που ασχολήθηκαν με Βλάχους, αλλά και όρους που είναι απόρροια πολιτικών καταστάσεων. Οι απαντήσεις γύρω από την ονοματολογία των Βλάχων μπορούν να οδηγήσουν στο διαχωρισμό ανάμεσα στο μύθο και την πραγματικότητα.
1. Παπαγιάννης, Σταύρος Αστερίου, “Τα Παιδιά της Λύκαινας. Οι “επίγονοι” της 5ης Ρωμαϊκής Λεγεώνας κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1941-1944)”, Εκδόσεις Σόκολη, Αθήνα 1999.
Ο κύριος Παπαγιάννης φαίνεται πως κατέβαλε εντονότατη προσπάθεια για την καταγραφή όλων εκείνων των καταστάσεων, των γεγονότων και των προσώπων που εμπλέκονται στο βίο και τη δράση της περίφημης “Λεγεώνας” στα χρόνια της Κατοχής.
Η παρουσίαση μίας τέτοιας εργασίας ήταν ζήτημα χρόνου. Αν και παραμένουν άγνωστα πολλά ακόμη από τα επεισόδια που συνθέτουν την ιστορία της Ελλάδας στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου και που συνδέονται με άλλες ομάδες των Ελλήνων.
Ο εκμοντερνισμός των πάντων μέσα στις τελευταίες δεκαετίες ίσως δημιουργεί την αίσθηση σε ορισμένους πως οι Βλάχοι δεν πολυενδιαφέρονται για την ιστορία και τις παραδόσεις τους. Και πως με την καταγραφή τους ασχολούνται μόνο οι ειδικοί, οι οποίοι πολλές φορές γράφουν πλήρως αποστασιοποιημένοι συναισθηματικά, αφού η συγγραφή τέτοιων εργασιών αποτελεί μέρος της δουλειάς και του βιοπορισμού τους.
Επιπλέον έχουμε το φαινόμενο της ενασχόλησης με τη “βλάχικη θεματολογία” ανθρώπων που δεν είναι βλάχικης καταγωγής. Αν και τις τελευταίες τρεις δεκαετίες έχουν γραφτεί και εκδοθεί αρκετά αξιόλογα βιβλία γύρω από τα θέματα των Βλάχων, θα μπορούσε κανείς να επισημάνει πως τα περισσότερα από αυτά αφορούν είτε πολύ ειδικά, είτε πολύ γενικά θέματα.
Ο κύριος Αχιλλέας Ανθεμίδης έγραψε ένα βιβλίο 350 σελίδων με τίτλο "Οι Βλάχοι της Ελλάδος", αγνοώντας ή παραγνωρίζοντας ουσιαστικά τους Βλάχους και την ιστορία τους. Μπορεί να μεγάλωσε στην περιοχή των Γρεβενών και να ισχυρίζεται πως γνωρίζει τους Βλάχους, όμως τα γραφόμενά του είναι η απόδειξη του αντιθέτου. Προσπάθησε να γράψει για το τι και όχι για το ποιοι είναι οι Βλάχοι. Αν και έκανε πολλές και ορθές επισημάνσεις, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως ο σκοπός του κύριου Ανθεμίδη ήταν να γεμίσει σελίδες επί σελίδων με όλα εκείνα τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα που συνδέθηκαν αρνητικά με τους Βλάχους και που προσέβαλαν το όνομά τους.
Είναι γνωστό πως εκτός από τους ίδιους τους Βλάχους υπάρχουν αρκετοί που παρουσιάζονται να ενδιαφέρονται για τα “βλάχικα πράγματα”. Το να ενδιαφέρονται κάποιοι για μας ή να παρουσιάζονται πως νοιάζονται δεν είναι απαραίτητα κακό. Όταν όμως, παρουσιάζονται να μιλούν και να ενεργούν για μας δίχως εμάς, τότε σίγουρα υπάρχει κάποιο μάλλον σοβαρό πρόβλημα.
Για αυτό κρίνεται αναγκαίο να εξεταστούν και να γίνουν κατανοητά κάποια από τα γεγονότα και τις αναλογίες τους που διέπουν τα “βλάχικα πράγματα” και που θα έπρεπε να γνωρίζουν οι όποιοι ενδιαφερόμενοι και πολύ περισσότερο εμείς οι Βλάχοι.
Τα νούμερα της παλαιότερης και σύγχρονης δημογραφίας των Βλάχων είναι σίγουρο πως κάνουν κατανοητές αυτές τις αναλογίες. Επίσης, θα πρέπει να επισημανθεί και να τονιστεί ιδιαίτερα το γεγονός πως υπάρχουν διαμορφωμένες και αναγνωρίσιμες Βλάχικες Μητροπόλεις και Βλάχικη Διασπορά. Και μόνο η γνώση αυτού του γεγονότος καθιστά τον πρόσφατο πολιτικό χαρακτηρισμό των Βλάχων από την πρόταση 1333 του Συμβουλίου της Ευρώπης ως μία “Διασκορπισμένη Εθνοτική Μειονότητα” τουλάχιστον αποτυχημένο αν όχι άδικο και μάλλον επικίνδυνο για τους Βλάχους.
Σελίδα 5 από 5